Της ρητορείας των σοφών πολύπειρος
στις Νύχτες τις Αττικές*
εφώτισε με τα δώρα της πολλούς,
ως και της Γης ισχυρούς.
Τύχης πατρικής ο θησαυρός αμύθητος.
O πλούτος του ν' αρκέσει στον άπαντα αιώνα.
Ωδεία, Στάδια, Θέατρα..,
γεναιοδωρίας του μνημεί' αθάνατα.
Στις επαύλεις του
τα τεχνουργήματα πληθώρα.
Παντού γυμνοί της σμίλης έφηβοι
λευκοί κι αιθίοπες,
τα νόμιμα και τα θετά του τέκνα,
απόδημοι νέοι στα Ηλύσια Πεδία.*
Του κάλλους των μαρμαρωμένη
την ήθελε την παρουσία.
Φλύαρες γλώσσες
στον ίδιον απέδιδαν την πρώιμή τους αποδημία.
Ασύμβατ' ενζωή εραστές,
αγαλματένια μεταθανάτια είδωλα,
οχληρές να ευμενίζουν Ερινύες.
Πάθους διεστραμένες, έλεγαν, αναισχυντίες.
''Αχάριστοι καχύποπτοι συμπολίτες.
Τις ευεργεσίες στην πόλη τούτη τις ξεχνούν.
Διαβολές σοφίζονται, συκοφαντίες.''
Κι αυτός
κλεισμένος στην έπαυλη του Μαραθώνα
να λιών' απ' το μαράζι της... αποδημίας.
Τα πλούτη κι η πειθώ της ρητορείας
να γειάνουν δε δύνονταν
της καταθλιβής* την αιτία.
Αχρείαστα πια, τ΄ απαρνήθηκε.
Κι έσβην'... έσβηνε
χωρίς υπηρεσιών τους βοήθεια.
Το κρίμα;
This poem is addressed to Homer, the Atttic poet, right? I can see the name of Homer peeking out of the Greek letters!