..
Δροσιά η αύρα κάλεσε τ' αστρόφωτο του εβένου
αθόρυβα, στα πιο βαθειά, περνούσ' η πλοηγίδα,
τ' απόνερα του φορτηγού, στο μώλο του πνιγμένου
ξεσπούσανε και ο αφρός, μπροστά του αναπήδα.
Κι οι δυό, τόσο παράξενα, τραβούσαν για τα χάη
φωνές νυμφών της θάλασσας στα κύματα πετούσαν,
τον ναυτικό συντρόφευαν για χρόνια στα πελάη
σ' ομίχλες κι άγνωρες ακτές, απ' όπου τον καλούσαν.
Το σύννεφο προχώραγε, της νύχτας αντιπροίκι,
αριό σαν καντιοζάχαρη, της μάγισσας υφάδι,
η αύρα εκδρομή του νου κι η βάρκα βασιλίκι,
η πλοηγίδα έστέλνε σινιάλα στο σκοτάδι.
Θαλάσσιας αύρας άρωμα πλανιόταν στο λιμάνι
φωλιάζοντας στην σκέψη του μετέτρεπε το δρόμο
σε σκιάσεις και φεγγίσματα, οι λάμπες καραβάνι
απείριζαν στο φέγγος τους της άβυσσου το νόμο.
..
This poem has not been translated into any other language yet.
I would like to translate this poem