Γλάροι (Τα Σονέτα Ενός Μονιά,12) Poem by Konstantinos Arvanitis

Γλάροι (Τα Σονέτα Ενός Μονιά,12)

Τη μέρα τη νιογέννητη, οι γλάροι χαιρετάνε,
και με το ροδοχάραμα, παίρνουν να ξεφωνίζουν.
Εκεί οπού τα κύματα, στο γυρογιάλ' ακρίζουν,
για την ταγή, με λιξουριά, στη θάλασσα βουτάνε.

Στις ερημιές τ' απέραντου γαλάζιου τριγυρνάνε,
με το γλυκό λιοστάλαγμα, κι από ψηλά βιγλίζουν,
τις ψαροπούλες σερπετές, αλάργα ν' αρμενίζουν,
κι απ' τη σοδειά τους μερτικό, ν' αδράξουνε ζητάνε.

Μα σαν θα ‘ρθει το δειλινό, κι ο πόντος θα ‘χει χάρη
μενεξελιάς αποχρωμιάς, κι ανάρια θα χρυσίζει,
γιουρούκηδες θα μαζωχτούν, στων κάβων το κλινάρι.

Μ' αποσταμένα τα φτερά, ο ύπνος θα τους πάρει
και στ' όνειρο το ποθητό, θα δουν να στραφταλίζει
η ασκοθάλασσ' ασημιά, ξέχειλη απ' το ψάρι.

Sunday, November 25, 2018
Topic(s) of this poem: sea
COMMENTS OF THE POEM
READ THIS POEM IN OTHER LANGUAGES
Konstantinos Arvanitis

Konstantinos Arvanitis

Lamia, Greece
Close
Error Success