Konstantinos Arvanitis

Konstantinos Arvanitis Poems

Τι είναι τούτο τ' όνομα, πέρ' απ' απλά σημάδια,
που μες σε πέντε συλλαβές, ζητάν, έστω, με τάξη,
φωνές διαλέκτου δωρικής, που έχει πια ρημάξει,
να ζωντανέψουν σε πηλό, ψηφιδωτά, πετράδια;
...

Σ' ανάρια, λεύκας, φυλλωσιά, ασπρόμαυρη φιγούρα,
απακουμπά, ανάηχα γλιστρώντας στον αγέρα,
γλυκό πουρνό, η λιόθρεφτη, πριν αυγατίσει, μέρα,
μοναχική, παράταιρη, της φλώρας φιοριτούρα.
...

Τ' αγκύλι' από τα βάσανα, που η ζήση μας φιλεύει,
άφησαν πάνω μας πληγές που πήραν και ροδίσαν.
Θρέψαν ουλές με τον καιρό, τα χείλια τους εκλείσαν,
ίδιες κουρτίνες, βυσσινιές, θεάτρου που αργέβει.
...

Απ' το μοναχόλυκο που στέκει ψηλά στη ράχη,
και ρέμπελος ξαγναντεύει τ' αμέριμνο κοπάδι,
εκείνον που ροβολάει, σκυμμένος, στο λιβάδι,
κάλιο να σκιάζεσαι. Tον ζορίζει, τ' άδειο στομάχι.
...

Για μερικούς, στη σφόρτσα ζωή, η ξαστεριά αργεί.
Ίσως, δεν ήταν γραφτό, νωρίς να την απαντήσουν…
Ή, σαν ήρθ' άλλοτε, έχασαν να την ξαγναντίσουν,
σκυμμένοι σε φροντίδες κι έργα π' απαιτούν διαλογή.
...

Στην παλιά τη γειτονιά μου, ‘φεραν εν' αλεπουδάκι
που ‘χε κόκκινο το χρώμα κι έτρεμε σαν το ψαράκι.
Πήραν να παίζουν τα παιδιά με εκστατικό το βλέμμα,
και το κλωτσούσαν στη σειρά, να δουν αν ήταν ψέμα.
...

Για τον παπά της πόλης κάποιοι, ‘λεγαν πως το ‘τσουζε αρκετά…
Από τ' ανάμα ως τη ρετσίνα, τα βήματα δεν είν' πολλά…
Ποιος ξέρει; Ίσως, να ‘χαν δίκιο… Είχε η μύτη του ένα χρώμα!
Μα όταν ευχόταν για τα Δώρα, γονατιστός πάνω στο χώμα,
...

Στης κρασοκούπας, που ‘μεινε σε μια γωνιά, τα βύθια,
τα καταπάτια χάνουνε της γλύκας τα βλισίδια,
κι οι δροσοφίλες πιάνουνε στα χείλια της στασίδια
αλέστες στο διαγούμισμα του σπίρτ' από συνήθεια.
...

Καθώς τα χρόνια κυλάνε μες τα στερεότυπα
και ρουφάνε τη ρώμη των πρόσκαιρων σωμάτων μας,
να πουλήσουμε νέες εκδοχές των ψεμάτων μας
πασχίζουμε, σ' όσους δεν έχουν δει τα πρωτότυπα.
...

Όταν όλοι όσοι σε αγαπούν έχουνε πλέον φύγει,
και το χέρι του πόνου σα μέγγενη πικρά σε τυλίγει.
Όταν όλο σου το θάρρος μοιάζει κάπου να έχει χαθεί,
και το πουλί της ελπίδας, σ' ένα γιατρό έχει αφεθεί.
...

Σα βγεις μια μέρα λιόχαρη σ' ένα πλατύ χαγιάτι
ξανοίγοντας, στης πόλης μας τις βουερές τις ρούγες,
ώρες του μόχθου, το λαό ν' ανοίγει τις φτερούγες,
θα δεις συβάντ' αλλόκοτο, που θα σου μπει στο μάτι.
...

Κολήγας της αστροφεγγιάς και της βιδιάς παρέα
η αθιβολή των τζιτζικιών τις νύχτες του Δριμάρη.
Κι αν είν' κομμάτι ανιαρή για να σε συνεπάρει,
ν' απαρνηθείς δε γίνεται μια πρόσκληση μοιραία.
...

Στου γερολύκου την καρδιά, άτιμο ζαϊφλίκι,
τον βερεμιάζ' ανήμπορο κι όλο κοντανασαίνει.
Από τα στήθια τ' η φωνή πασχίζει, μα δε βγαίνει
και γύρα του στριμώχνονται, συφάμελοι οι λύκοι.
...

Βροχερή είν' η νύχτα, κι η βαριά σιωπή ταιριαστή.
Στης θλίψης το μέστωμα, πικρές οι ώρες γλιστράνε.
Μοναχά οι νεροσταλίδες, το στάφνισμα χαλάνε,
ανοίγοντας στο περβάζι, κουβέντα μουρμουριστή.
...

Στα τρυφερά τα χρόνια μου, στην άσπρη πολιτεία,
το γάρμπος το ξεχωριστό, της ώριας ροδοδάφνης,
γειτόνευε της δροσερής οσμής της αλισάχνης,
που ξάφριζε, απ' το γιαλό, η αύρα μ' αγυρτεία.
...

Στη ζήση ξεπελάγισα, με μια μικρή μπρατσέρα,
κι οι μπόρες συχνογύρεψαν, τη ρότα της να χάσει.
Το κάθε κύμα που ‘σκισε, αντίσκομα να φτάσει,
σ' όποιον πολύ πεθύμησε, κόρφο δίχως αγέρα.
...

Τη μέρα τη νιογέννητη, οι γλάροι χαιρετάνε,
και με το ροδοχάραμα, παίρνουν να ξεφωνίζουν.
Εκεί οπού τα κύματα, στο γυρογιάλ' ακρίζουν,
για την ταγή, με λιξουριά, στη θάλασσα βουτάνε.
...

Λευκοπελαργοί,
στου ποταμιού τις λόχμες,
αργοβάδιστοι.
Κι οι βάτραχοι κοάζουν,
...

Κάποτε, ο Σερτώριος, που τον εσυμβουλεύαν,
φυλές Ιβήρων άγριες με ζόρι να υποτάξει,
είπε και φέραν άλογα, θέλοντας να διδάξει,
τους λοχαγούς του, άδικα, πως το μυαλό ξοδεύαν.
...

The Best Poem Of Konstantinos Arvanitis

Μοιραίο Τετράστιχο,8

Καυχήματα για δόξες σου και ξυπασιές για διάξεις,
γιατί θαρρείς ότι αρκούν, τ' ολέθρου, να προτάξεις;
Αρματωσιά δεν είν' καμιά, της μοίρας σου, ενάντια,
κι οι ταπεινοί κι οι χάνηδες, ίδια θα ‘χουν κατάντια…

Konstantinos Arvanitis Comments

Konstantinos Arvanitis Popularity

Konstantinos Arvanitis Popularity

Close
Error Success