Τζιτζίκια (Τα Σονέτα Ενός Μονιά,6) Poem by Konstantinos Arvanitis

Τζιτζίκια (Τα Σονέτα Ενός Μονιά,6)

Κολήγας της αστροφεγγιάς και της βιδιάς παρέα
η αθιβολή των τζιτζικιών τις νύχτες του Δριμάρη.
Κι αν είν' κομμάτι ανιαρή για να σε συνεπάρει,
ν' απαρνηθείς δε γίνεται μια πρόσκληση μοιραία.

Των βάρδων ψέλνουν οι ψυχές, με μούσα φευγαλέα,
των, που δεν αξιώθηκαν της παινεσιάς τη χάρη.
Χαθήκαν, πριν η τέχνη τους να φτάσει σ' ακρινάρι
και τη βαφτίσαν οι κριτές, φτηνή και αγοραία.

Στων τζιτζικιών τα σώματα πετύχαν να τρυπώσουν
και στον αγέρα της νυχτιάς, τα τερετίσματά τους
τις ρίμες που ξαστόχησαν ψάχνουν να διορθώσουν.

Με τις μονότονες φωνές, δεήσεις θα σηκώσουν
συχώρεση να λάβουνε γι' αυτά τα κρίματά τους,
κι απ' την πολλή τη διακονιά, ίσως το κατορθώσουν…

Monday, November 12, 2018
Topic(s) of this poem: songs,summer
COMMENTS OF THE POEM
READ THIS POEM IN OTHER LANGUAGES
Konstantinos Arvanitis

Konstantinos Arvanitis

Lamia, Greece
Close
Error Success