Αρρώστια (Τα Σονέτα Ενός Μονιά,7) Poem by Konstantinos Arvanitis

Αρρώστια (Τα Σονέτα Ενός Μονιά,7)

Στου γερολύκου την καρδιά, άτιμο ζαϊφλίκι,
τον βερεμιάζ' ανήμπορο κι όλο κοντανασαίνει.
Από τα στήθια τ' η φωνή πασχίζει, μα δε βγαίνει
και γύρα του στριμώχνονται, συφάμελοι οι λύκοι.

Μέσα στα μάτια που ‘ν' θολά γυρεύουν δεκανίκι.
Άμα σβηστεί, της παγανιάς θα ειν' ορφανεμένοι,
Κι αβόλευτο, μες τη μονιά να γέρνουν χορτασμένοι.
Στ' αγριμολόγημα, καιρό, είχε τ' αρχηγηλίκι.

Μα ο γέρος δε σκοτίζεται για τέτοια καρδιοχτύπια,
Της λύκαινας μόνο κοιτά, τα μάτια τα κλαμένα,
οι άλλοι θεν' να πορευτούν, τους έμαθε τερτίπια.

Μόνο για ‘κείνη που γροικά πως στέκεται σε ‘ρείπια
αλάργα απ' όσα, ως τα χτες, της ήτανε γραμμένα,
τον μέλλει, και του χάροντα ξυπάται την αγρύπνια.

Wednesday, November 14, 2018
Topic(s) of this poem: illness,sickness,wife
COMMENTS OF THE POEM
READ THIS POEM IN OTHER LANGUAGES
Konstantinos Arvanitis

Konstantinos Arvanitis

Lamia, Greece
Close
Error Success