Κλήθηκες στη γη να ωφελήσεις
κι εσύ προτίμησες με ηδονές ν΄ αδρανήσεις
έπιασε χόρτα, γέμισε αγκάθια
είσαι παράσιτο σε δικά σου χωράφια
Δεν είναι αργά να πιάσεις την τσάπα
από κακία κι οργή ν΄ αδειάσεις τα μάτια
άσε τις ρίζες σου ν΄ αναπνεύσουν
σ΄ ανούσιους μπελάδες κλαδιά να μη μπλέξουν
Κλάδεψε φθόνους κι εγωισμούς
με ταπεινότητα να δώσουν καρπούς
δίνει χαρά τ΄ αμπελιού η εργασία
η πληρωμή σου δίνει αυτοκυριαρχία
Σώζεις εσένα, σώζεις εμένα
η σωτηρία του κόσμου μας κάνει ένα
είναι ο καθένας μας ένα αμπέλι
με σπόρους αγάπης αιώνια να θρέφει
Εμπνευσμένο από το βιβλίο «Ανάσταση» του Λέων Τολστόι