Το Τραγούδι Της Απελπισίας (Greek) Poem by Seamus Patrick

Το Τραγούδι Της Απελπισίας (Greek)

Η ανάμνησή σου εμφανίζεται από τη νύχτα γύρω μου.
Το ποτάμι σμίγει τον πεισματάρικο θρήνο του με τη θάλασσα.

Με εγκαταλείπεις και γίνομαι σαν τις αποβάθρες την αυγή.
Είναι η ώρα του αποχωρισμού, η ώρα των εγκαταλελειμμένων!

Βρέχει μια βροχή από κρύα άνθη στην καρδιά μου.
Λάκκε από συντρίμμια, άγρια σπηλία των ναυαγών!

Σε εσένα οι πόλεμοι και οι πτήσεις συσσωρεύθηκαν.
Από εσένα τα φτερά των ωδικών πτηνών σηκώθηκαν.

Κατάπιες τα πάντα, όπως η απόσταση.
Όπως η θάλασσα, όπως ο χρόνος. Σε εσένα όλα ναυάγησαν!

Ήταν η όμορφη ώρα της επίθεσης και του φιλιού.
Η ώρα των μαγικών που φώτιζαν τα πάντα σαν φάρος.

Φόβε του πλοηγού, μανία του τυφλού οδηγού,
ταραχοποιό μεθύσι της αγαπής, σε εσένα όλα ναυάγησαν!

Στη νιότη της ομίχλης η ψυχή μου, φτερωτή και πληγωμένη.
Χαμένε εξερευνητή, σε εσένα όλα ναυάγησαν!

Έζωσες τη λύπη, κρεμάστηκες στον πόθο,
η θλίψη σε συγκλόνισε, σε εσένα όλα ναυάγησαν!

Έσυρα πίσω τον τοίχο των σκιών,
προχώρησα πέρα από τον πόθο και την πράξη.

Σάρκα μου, δική μου σάρκα, εσένα που αγάπησα και έχασα,
Σε καλώ αυτή τη νωπή ώρα, ανυψώνω το τραγούδι μου σε εσένα.

Σαν ένα μια στάμνα σε γέμισα με απέραντη γλύκα.
Και η απέραντη λήθη σε ράγισε σαν μια στάμνα.

Υπήρχε η μαύρη μοναξιά των νησιών,
και εκεί, πλάσμα της αγάπης, η αγκαλιά μου με πήρε μέσα της.

Υπήρχε δίψα και λιμός, και εσύ ήσουν ο καρπός.
Υπήρχαν θρήνος και συντρίμμια, κι εσύ ήσουν το θαύμα.

Αγάπη μου, δεν ξέρω πώς μπορούσες εμένα να χωρέσεις
στης ψυχής σου τη Γη, στο κλείσιμο των χεριών σου!

Πόσο τρομερός και σύντομος ήταν ο πόθος μου για εσένα!
Πόσο δύσκολος και μεθυσμένος, πόσο τεταμένος και άπληστος.

Νεκροταφείο των φιλιών, υπάρχει ακόμα φωτιά στα μνήματά σου,
ακόμα τα ανθισμένα κλαδιά καίγονται, και τα τσιμπούν τα πουλιά.

Αλίμονο το δαγκωμένο στόμα, αλίμονο τα φιλημένα άκρα,
αλίμονο τα πεινασμένα δόντια, αλίμονο τα ενωμένα κορμιά.

Αλίμονο η τρελαμένη ένωση της ελπίδας και της δύναμης
που από μέσα της βγήκαμε και απελπιστήκαμε.

Και η γλύκα, ελαφριά σαν νερο και σαν αλεύρι.
Και η λέξη που σπάνια ξεκινούσε στα χείλη.

Αυτή ήταν η μοίρα μου και σε αυτήν ήταν το ταξίδι της λαχτάρας μου,
και μέσα της έπεσε η λαχτάρα μου, όλα σε εσένα ναυάγησαν!

Λάκκε μου από συντρίμμια, όλα μέσα ου έπεσαν,
τι λύπη δεν εξέφρασες, σε τι λύπη δεν πνίγηκες!

Από κύμα σε κύμα ακόμα συνέχισες να καλείς και να τραγουδάς.
Στεκόσουν σαν ένας ναύτης στην πλώρη ενός πλοίου.

Συνέχισες να ανθίζεις σε άσματα, συνέχισες να αθετείς τα ρεύματα.
Λάκκε μου από συντρίμμια, ανοιχτό και πικρό πηγάδι.

Χλωμέ τυφλέ δύτη, άτυχε εκσφεντονιστή,
χαμένε εξερευνητή, όλα σε εσένα ναυάγησαν!

Είναι η ώρα του αποχωρισμού, η σκληρή και ψυχρή ώρα
που η νύχτα δένει σε όλα τα χρονοδιαγράμματα.

Ο ιμάντας της θάλασσας θροΐζει και ζώνει τη στεριά.
Τα ψυχρά αστέρια ανυψώνονται, μαύρα πουλιά αποδημούν.

Με εγκαταλείπεις και γίνομαι σαν τις αποβάθρες την αυγή.
Μόνο μια τρεμάμενη σκιά περιστρέφεται στα χέρια μου.

Αλίμονο, πιο μακριά από όλα. Αλίμονο, πιο μακριά από όλα.

Είναι η ώρα του αποχωρισμού. Η ώρα των εγκαταλελειμμένων!

This is a translation of the poem A Song Of Despair by Pablo Neruda
Sunday, July 31, 2022
COMMENTS OF THE POEM
Close
Error Success