Τ΄αγαπούσε τα τύμπαν' από μικρός.
Τα κουβαλούσε νοερά μαζί του
και τά 'βαζε να δίνουν το σύνθημα
άλλοτε προέλασης επιθετικής
κι άλλοτ' υποχώρησης τακτικής.
Τά 'χε συνδέσει με συρράξεις σφοδρές,
καταμέτωπον συγκρούσεις σκληρές,
πολιορκίες ασφυκτικές,
ναυμαχίες καταποντισμικές,
ήττας και νίκης ιαχές.
Στο ρυθμό τους βημάτιζε
πότε στρατηλάτης και ναύαρχος πρωτοπόρος,
και πότε κυνηγημένος πρωταγωνιστής
πού 'χε πετάξει ασπίδα ή δόρυ, τόξο, κουπί
να μην τον βαραίνει στη φυγή.
Προτιμούσε το ρόλο του θριαμβευτή,
αλλά μες το σάλαγο της κλαγγής των
υποδύονταν και το ρόλο του ηττημένου θύματος,
να φαντάζεται, να ζει, να... εκπαιδεύεται στην ταπείνωσή του.
Μικρός μικρός στα πανηγύρια με τις μουσικές
θεωρούσε πως πρόδιναν τον πρώτιστό τους ρόλο,
της τέχνης της πολεμικής.
Νεαρός έφηβος σα βρέθηκε στην ανάγκη
να χειρίζεται τα βέλη της καρδιάς του,
τά 'θελε να συντροφεύουν το σφύριγμα της βολής των.
Ως επελαύνων τυμπανιστής έβλεπε μπροστά του
τα θύματα της γοητείας των κρότων τους.
Μεσήλικα πια, τον αναστατώνει ο ήχος τους.
Δεν μπορεί να ελέγξει τον παλμό τους,
βρυκολακιασμένα δεν τον υπακούνε πια.
Κροταλίζουν σε δικό τους άναρχο ρυθμό.
Ταράζουν τα δικά του βήματα,
ηχούν στ' αυτιά του σαν άγριες του Πάνα φωνές,
π' αλαφιάζουν κόσμο και ζωντανά
στα δύσβατ' αρκαδικά βουνά.
Πώς μαζί του να τα σύρει έτσι ανυπότακτα,
να τα βάλει να δίνουν στους άλλους, απέναντι,
το σύνθημα της άτακτης φυγής
που λογάριαζε του χεριού του δύναμη παλιά!
Δυσανασχετεί βαριά που δεν είν' αυτός πλέον
ο μαέστρος της ορχήστρας τους,
να τους ορίζει παλμό και ρυθμό,
όπως πίστευε παλιά ευφάνταστο παιδί.
This poem has not been translated into any other language yet.
I would like to translate this poem