Τι είδος δημιούργημα ο άνθρωπος είναι;
Ποια, νά 'ναι για μένα, η πεμπτουσία αυτής της κόνης.
Απ' τον ΄Αμλετ του Σαίξπηρ
δια μέσου των γενεών όλων η ερώτησ' ηχεί
και τόσο βαρειά τ' αυτιά τα δικά μου βαραίνει.
Μάταια, δοκιμάζω το μυστήριο να διερευνήσω.
Μάλλον αίνιγμα τίθεται
μες της δικής μου μοναξιάς τη σιωπή
κι εκείνης των σοφών ινδολόγων μαζί:
[Ανόητε
Αδύναμος να βρεις ποιος είσαι,
μπορείς να τολμήσεις να πεις ποιος ο άλλος είναι; ]
΄Ανθρωπος! αντινομιών το σύμφυρμα.
Το ξέρω, να το σπάσεις σκληρό το καρύδι.
Τόσο ανεξιχνίαστο, τόσο μυστηριώδες.
΄Αγγελος τόσο, όσο και Σατανάς μαζί.
Στον κόσμο έξω είμαι ο-η τάδε,
μα στα καλοφρουρούμενα κελάρια του οίκου μου
δεν είμ' ένας άλλος;
Τα σπλάχνα μ' αποκρύβω απ' το φως
όπως κι ο κάθε άλλος.
Φορές φορές, τόσο περήφανος-η νοιώθω
ερωτευμένος-η με την εικόνα μου καθυπερβολήν
σαν το Νάρκισσο, το φτωχό του κυνηγιού αγόρι
π' όρισαν οι θεοί να μαραθεί
σε λίμνης όχθη
πάνω απ' την επιπλέουσά του μορφή.
Μα παρά το σθένος της ψυχής μου όλης
δε νοιώθω αβοήθητος-η σαν τον Προμηθέα δεσμώτη
περιμένοντας νά 'ρθει ένας Ηρακλής
απ' τα δεινά μου να με σώσει;
Μ' αν τα δεσμά του Προμηθέα ήταν θεία βουλή
η δική μου βούληση είν' η οικεία!
Φορές άλλες νοιώθω πως είμ' ο Ιανός
μπροστά και πίσω να κυττάζω,
πίσω στο παρελθόν, στο μέλλον μπροστά,
ποτέ να μη ζω στο παρόν.
΄Η πάλι πιότερο ένας Σίσυφος νά 'μαι,
αιωνίως να σπρώχνω βράχο προς κορυφή
κι εκείνος να κατρακυλά όλο και πίσω ξανά και ξανά.
Μερικές φορές πάλ' απορώ
γιατί μέσα στο μεγαλείο μου δε λιμοκτονώ;
Σαν τον έλληνα Τάνταλο στη λίμνη
κάτ' απ' το δέντρο με τα φορτωμένα φρούτα κλαδιά
να μη μπορεί να τ' αδράξει ποτέ
και το νερό όλο να υποχωρεί
πριν προλάβει γουλιά να γευτεί.
Σαν ποιητής-τρια θά 'θελα να μπορούσα
με την Καλλιόπη να ξισωθώ,
να χαράζω τη σκέψη του νου μου στην κέρινη πλάκα
με σμίλη, την πένα μου,
με της φαντασιάς μου τις ζωγραφιές μαζί.
΄Η Ορφέας, επιδέξιος στη μουσική
με τους περίλυπους ρεμβασμούς μου
να μπορώ ακόμα και τον ΄Αδη να κάνω να κλάψει
και τους βράχους να πέφτουν γραμμή.
Ανατριχιάζω Μέδουσα νά 'μουνα
τον καθένα ν' απολιθώνω
με την απαίσιά μου ματιά.
Καλλίτερα μια απ' τις Χάριτες νά 'μουνα θά 'θελα
και ποτέ μου απ' τις Γοργόνες μία.
Σ' αυτή τη στοά μορφή κινούμενη
ανάμεσα σ' αλλόκοτες των μύθων οντότητες
απορώ πώς να με βλέπουν οι άλλοι!
Περισσότερο τίνος άραγε μοιάζω;
Μια όμορφη περιήγηση στους ελληνικούς μύθους από την ινδή ποιήτρια George Valsa.Iδιαίτερο θέμα του ποιήματος η αυτογνωσία.Με έμεσο τρόπο παρουσιάζονται όψεις της εσώτερης φύσης του ανθρώπινου όντος.Με την απορία της δυνατότητας να πλανάται αναπάντητη.