Σε λίγες ώρες έρχονταν τα Χριστούγεννα.
Κι όμως ο γέροντας επέθαινε...Γιατί..!
Πώς μπορούσε τέτοιο πράγμα να συμβεί;
Πέντε ήμουνα χρονών
και με διάθεση ονειροπόλα εκείνη την παραμονή.
Ακόμα πιστός,
καθώς επίστευα με τις δυνάμεις μου όλες έως τότε:
'Να πεθάνει Χριστούγεννα κανένας δε μπορεί.'
Σα χτύπησε μεσάνυχτα, σίγουρος πλέον, συλλογιζόμουν:
'Χριστουγεννιάτικα πια,
όντως κι απαγορεύονταν να πεθάνεις.'
Πήρα να επαναλαμβάνω τις λίγες λέξεις, σα μάντρα σωστή,
ώσπου κι αποκοιμήθηκα.
Μα ο γέροντας να μ' ακούσει δεν ημπόρειε. Είχε διαβεί.
΄Οταν μου φτάσανε τα νέα, έβγαλα κα τη διαταγή:
'Απαγορεύεται να εμπιστεύεσαι Θεό ...'
Φυσικά και δεν ήταν ο Θεός πού 'φερνε την ευθύνη,
αυτήν που του απέδωσ' άσχημα μι' αφέλεια παιδική.
Εντούτοις, εκείνα τα Χριστούγεννα ήταν
που με το γέροντα μαζί
και της ελπίδας μου ο κόσμος
επέθανε μες την ψυχή.